Εδώ στη Θεσσαλονίκη λένε πως “σαν τη Χαλκιδική δεν έχει”, έχει όμως το μεσημεριανό αραχταλάν στις καφετέριες γύρω από τα πανεπιστήμια στη Θεσσαλονίκη που σαν το ζήσεις, είσαι πολύ κοντά στο να σου γίνει καθημερινή συνήθεια, για να μη σου πω λατρεία!
Στο πρόγραμμα φυσικά πριν τα απογευματινά τμήματα στη σχολή, πάντα θα ορίζετε το ραντεβού σας- που αλλού- στην Καμάρα για να κατηφορίσετε την Δημητρίου Γούναρη (Ναυαρίνου για τους παλιούς!) και να ντερλικώσετε πίτσες, χοτ ντογκ και κρέπες!! (αυτό λέτε να εννοούσαν στο πατρικό όταν σου λέγανε: Να προσέχεις τη διατροφή σου εκεί που θα σπουδάσεις! )
Αξέχαστα και τα ξενύχτια στα σπίτια συμφοιτητών με μουσική από το laptop και κρασάκι από τον ψιλικατζή της γωνιάς, που μένει ανοιχτός μέχρι τις τρεις τα ξημερώματα και πάντα ξέρει ότι πληροφορία κι αν του ζητήσεις: Υδραυλικό, ηλεκτρολόγο, κλειδαρά , φούρναρη … άσε που κάνει και ντελίβερι άμα βαριέσαι να κατέβεις.
Οι πρώτες απόπειρες μαγειρικής τις Κυριακές, για να διαπιστώσεις μετά την πρώτη καμένη κατσαρόλα, πως σαν το “πίτα γύρο απ’όλα” και μια “γλυκιά κρέπα με μερέντα” στο τελείωμα … δεν έχει.
Γιατί φοιτητική ζωή στην Θεσσαλονίκη σημαίνει και προετοιμασία για την πραγματική ζωή που σε περιμένει εκεί έξω.
Κι όταν αρχίζεις να μαθαίνεις την Θεσσαλονίκη, σου γλυκαίνει την μοναξιά και την απόσταση από την οικογένεια με τα καλοσυνάτα – σχεδόν φιλικά χαμόγελα – όσων ντόπιων γνωρίζεις. Τότε αρχίζεις να την ζεις αυτή την πόλη!
Όταν θα ετοιμάζεσαι να γυρίσεις στο πατρικό για τις διακοπές κι όμως μια ανεξήγητη νοσταλγία θα αρχίζει να σε πιάνει. Αρχίζεις να συγκρίνεις άθελά σου τα βράδια με τους φίλους από το σχολείο με τις νύχτες στην Ικτίνου, στα Λαδάδικα και στη Βαλαωρίτου κι όλο κάτι σαν να σου λείπει … Τους αγαπάς και περνάς καλά, αλλά δεν χάνεις ευκαιρία να τους προσκαλέσεις να έρθουν στη Θεσσαλονίκη να τους δείξεις τα “καλύτερα φιλαράκι, κάθε βράδυ, μέχρι το πρωί!!”
Κι όταν έρχεται η ώρα να επιστρέψεις και γυρνάς στο σπίτι το δικό σου στη Θεσσαλονίκη, παρατάς κλειστή τη βαλίτσα και τρέχεις να κατηφορίσεις στο Λευκό Πύργο, παίρνεις μια βαθιά ανάσα σαλλλλονικιώτικη και αράζεις για ώρες με τον καφέ και το παρεάκι, να ψάχνεις μην άλλαξε κάτι στην πόλη όσο έλειπες.
Δεν το παραδέχεσαι ακόμη ή μάλλον δεν το έχεις καταλάβει, αλλά μέσα σου ξέρεις πως ο χρόνος που θα περνάς στη Θεσσαλονίκη κάνει τη δουλειά του και σε μπλέκει σιγά σιγά στα δίχτυα της, σε ξελογιάζει και σε κάνει Σαλονικιό ή Σαλονικιά. Οι άλλοι το βλέπουν, εσύ όμως κρατάς λίγες αντιστάσεις. Κρυφά καμαρώνεις γιατί είσαι κομμάτι πια αυτής της πόλης, την αγάπησες και σε αγάπησε, σου έδειξε δυσκολίες αλλά και ομορφιές,ξέρεις το κέντρο της αλλά και ότι συμβαίνει τριγύρω. Σηκώνεσαι το πρωί και νιώθεις την υγρασία της αλλά δεν σε πειράζει γιατί το μοιράζεσαι με τόσους πολλούς που όλο τους ενοχλεί, αλλά κανείς δεν φεύγει από τα “τείχη της πόλης”.
Τότε γίνεσαι κι εσύ “καρντασάκι” και “γιαβρί”. Η προφορά ξεχωρίζει με ένα λάμδα λίιιγο πιο βαρύ, το “α,να γεια σου!” βγαίνει αβίαστα στον λόγο σου. “Σουρτουκεύεις” τα στενά της πόλης λέγοντας στους πιο καινούργιους : “Στην Θεσσαλονίκη ΔΕΝ γίνεται να χαθείς! Κατηφόρα και βγαίνεις θάλασσα, ανηφόρα και βρίσκεις τα κάστρα”!
Δεύτερο σπίτι σου είναι πια τα βράδια στη Βαλαωρίτου – σήμα κατατεθέν και απαραίτητη προϋπόθεση της νυχτερινής φοιτητικής ζωής στην Θεσσαλονίκη – στα μπαράκια να σε βρίσκει το ξημέρωμα χορεύοντας. Και πριν συρθείς στο αμφιθέατρο της σχολής (γιατί ακόμη εμφανίζεσαι στο πρωινό μάθημα) καταβροχθίζεις μια μπουγάτσα με κρέμα και μία με τυρί με παγωμένο γάλα κακάο για να “στανιάρεις”.
Για όλα αυτά και για άλλα τόσα που έζησα. Για τις χαρές και τις λύπες στις χαμένες εξεταστικές. Για τους έρωτες που δίνουνε φτερά και για αυτούς που σε πίκραναν κάποιο βράδυ στο Λιμάνι. Για το καρδιοχτύπι την πρώτη μέρα που άρχισες δουλειά και κράτησες στα χέρια σου το πρώτο μεροκάματο, τα δικά σου χρήματα!
Για τις ατελείωτες ώρες διαφωνίας αν το σουβλάκι είναι καλαμάκι, αν η μπουγάτσα είναι πίτα κι αν το φούιτ υπάρχει στο λεξικό αφού κανείς άλλος δεν το λέει έτσι!
Για αυτό ακόμη το “αφού” που δεν ξέρω αν ταιριάζει στο κλείσιμο μιας πρότασης ,μα όλοι άθελά μας το συνηθίσαμε, μας άρεσε και το κολλήσαμε κι εμείς….αφού!!